Με την αναφορά μου στις ιεροτελεστίες και τους άρτους προς τους Θεούς των αρχαίων Αθηναίων, δεν επιδιώκω να αναβιώσω αυτά τα έθιμα, θέλω να αναφερθώ με λίγα λόγια όχι δικά μου, αλλά με αναφορές σε επίσημα συγγράμματα για την χρήση του άρτου και των αρτοποιημάτων στην λαϊκή θρησκευτική λατρεία από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα. Την αφορμή για αυτό το άρθρο θα την δούμε στο τέλος του.
Περιεχόμενα
Στην αρχαία Αθήνα
Ελάτε τώρα μαζί μου σε ένα νοερό και σύντομο ταξίδι με αφετηρία την Αρχαία Αθήνα και μάλιστα την Καστέλα του Πειραιά, την αρχαία Μουνιχία, που την ίδρυσε σύμφωνα με τον Ευριπίδη στον «Ιππόλυτο», ο ήρωας Μούνιχος, που το όνομά του μάλλον σημαίνει μοναχογιός, από το μόνος ή μούνος.
Στην αρχαία Ελλάδα, το θέατρο και τα θρησκευτικά δρώμενα δεν ήταν αυτό που λέμε ειρωνικά «άρτον και θεάματα», αλλά είχαν πολύ βαθύτερο νόημα.
Στο δεύτερο βιβλίο του ιστορικού Θουκυδίδη περιλαμβάνεται ο επιτάφιος του Περικλέους, δηλαδή ο επικήδειος λόγος του Περικλέους για τους πεσόντες στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Στην παράγραφο 38, βλέπομε για ποιον λόγο έχουν καθιερωθεί από αρχαιοτάτων χρόνων οι γιορτές. «Αλλ’ επί πλέον επρονοήσαμεν κατά πολλούς τρόπους και δια την ανάπαυσιν του πνεύματος από τους κόπους. Διότι έχομεν και αγώνας και ιεράς πανηγύρεις καθιερωμένας καθ’όλον το έτος και κατοικίας ευπρεπείς. Και η καθημερινή τέρψις, την οποίαν ποριζόμεθα από αυτάς, αποδιώκει τας μέριμνας της ζωής. Χάρις εις το μεγαλείον της πόλεώς μας, εξ άλλου, τα πάντα συρρέουν εις αυτήν όλα τα μέρη του κόσμου, και συμβαίνει τοιουτοτρόπως ν΄ απολαμβάνωμεν τ’ αγαθά των άλλων ανθρώπων, ως να ήσαν τόσον ιδικά μας, όσον και τα προϊόντα της ιδίας ημών χώρας.» (Θουκ. Β’ 38)
Στις γιορτές αυτές οι Έλληνες απέδιδαν ευχαριστίες στους θεούς τους, στους οποίους είχαν αφιερώσει και όλους τους μήνες του έτους, το οποίον άρχιζε με το θερινό ηλιοστάσιο. Οι περισσότεροι μήνες ήταν αφιερωμένοι στον Απόλλωνα και στην Αρτέμιδα, κατά την διάρκεια των οποίων ορισμένες ημέρες ήταν αφιερωμένες και σε άλλους θεούς.
Θα μας απασχολήσουν οι αντίστοιχοι μήνες με αυτούς που διανύουμε, ο Μάρτιος και ο Απρίλιος. Οι μήνες άρχιζαν από την μέση των σημερινών, από τις 15 ή 21, και ήταν σεληνιακοί. 9 μήνες των 29 ημερών και 3 των 30 ημερών συν τον εμβόλιμο κάθε 2-3 χρόνια. H κάθε ημέρα άρχιζε με την ανατολή του ηλίου, οπότε δεν συμπίπτουν τις ίδιες μέρες κάθε χρόνο με το δικό μας ημερολόγιο.
Ο ένατος μήνας ο Ελαφηβολιών ήταν αφιερωμένος στην Αρτέμιδα. Αρχικά θυσίαζαν ελάφια, αλλά αργότερα, στους κλασικούς χρόνους, καθιερώθηκαν οι αναίμακτες προσφορές και προσφέρονταν γλυκές πίτες σε σχήμα ελαφιού.
«Έλαφος είναι ο πλακούντας που παρασκευάζεται με ζυμάρι με λίπος (δεν είναι άζυμος) μέλι και σουσάμι» Δειπνοσοφιστές ΙΔ-646( Έλαφος πλακούς ο τοις Ελαφηβολίοις αναπλασσόμενος δια σταιτός και μέλιτος και σησάμου)
Ο επόμενος μήνας, ο Μουνιχιών ήταν αφιερωμένος και αυτός στην Αρτέμιδα. Μάλιστα πίστευαν ότι η Άρτεμις καθόταν στον λόφο της σημερινής Καστέλας και με την μορφή Πανσελήνου έφεγγε στους Έλληνες κατά την διεξαγωγή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας.
Στους Δειπνοσοφιστές ΙΔ’ 645 διαβάζομε «Αμφίφων πλακούς Αρτέμιδι ανακείμενος, έχει δ’ εν κύκλω καιόμενα δάδια» Επίσης τον αναφέρει και ο Δίφυλος στην «Εκάτη του». Ο Φιλόχορος λέει ότι λέγεται αμφιφώντας και ότι μεταφέρεται στα ιερά της Αρτέμιδος και στα τρίστρατα, επειδή εκείνη την ημέρα (16η Μουνιχιώνος) η σελήνη καλύπτεται στη δύση της από την ανατολή του ηλίου και ο ουρανός γίνεται αμφίφωτος». Οι Αμφιφώντες περιγράφονται και ως 2 δάδες πομπής και κύκλω μικρά γλυκίσματα. Και στις δύο εορτές προσκόμιζαν άρτον στρογγυλό, όπως η πανσέληνος, με αναμμένες δάδες τριγύρω.
Το «ταξίδι» των δειπνοσοφιστών
Οι 15 τόμοι των δειπνοσοφιστών εγράφτηκαν από τον Αθήναιο, ο οποίος γεννήθηκε περίπου το 200 μ.Χ. στη Ναύκρατη. Όπως περιγράφεται στον πρόλογο του πρώτου τόμου, ο Αθήναιος είχε μια τεράστια ελληνική γλωσσική και πολιτιστική παράδοση. Είχε στην διάθεσή του την περίφημη βιβλιοθήκη της ελληνοποιημένης Αιγυπτιακής Αλεξάνδρειας. Έζησε για αρκετά χρόνια στην Ρώμη όπου έγραψε κα πέθανε. Η Ρώμη διαμορφωνόταν σε κέντρο ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.
…και φτάνομε στο Βυζάντιο
Το έργο αυτό (των Δειπνοσοφιστών) μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και στην μορφή που το έχουμε ήταν γνωστό στον Στέφανο τον Βυζάντιο (5ο-6o αιώνα) και τον Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο (τον 10ο αιώνα), ο οποίος έμεινε στην ιστορία για τις επιδόσεις του στα γράμματα και ήταν πολυγραφότατος. Το έργο αυτό με πολλά άλλα μεταφέρθηκαν στην Βενετία τριάντα χρόνια πριν την Άλωση. Η πρώτη έκδοση έγινε από τον Μάρκο Μουσούρο το 1514.
Το ψωμί ήταν και στην Βασιλεύουσα η βάση της διατροφής, και οι πολυτελείς άρτοι γινόντουσαν μόνο κατά τις επίσημες εορτές. Ο Μέγας Κωνσταντίνος με τον συναυτοκράτορά του Λικίνιο έθεσε σε ισχύ το διάταγμα περί ανεξιθρησκίας και έλαβε μέτρα υπέρ των Χριστιανών. Αργότερα όταν νίκησε τον Λικίνιο, ο οποίος θέλησε να επαναφέρει την παλιά θρησκεία και έγινε Μονοκράτορας, αναγνώρισε την χριστιανική θρησκεία και σταμάτησαν οι διωγμοί των Χριστιανών. Έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο,όπου μεταξύ των άλλων καθιερώθηκε η εορτή του Πάσχα την πρώτη πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, μετά το ιουδαϊκό Πάσχα.
Το Πάσχα από τότε ήταν η σπουδαιότερη γιορτή των Χριστιανών. Την ονόμαζαν Λαμπρή και Πασχαλιά. Τότε, (όπως και κατά τα χρόνια της δικής μου παιδικής ηλικίας), φορούσαν καινούρια ενδύματα και καλλώπιζαν τα πάντα. Στον Πτωχοπρόδρομο διαβάζουμε το παράπονο της γυναίκας του: «ποίον ιμάτιν μ’ έρραψες; Ποιον δίμιτον μ΄εποίκες; Και ποιον γυρίν μ’ εφόρεσες; Ουκ οίδα Πασχαλίαν.»
Οι κουλούρες του Πάσχα και τα αυγά
Στους αρχαίους χρόνους το αυγό ήταν το σύμβολο της πηγής της ζωής. Παράδειγμα η Λήδα η εκλεκτή του Δία ο οποίος μεταμορφωμένος σε κύκνο συνευρέθηκε μαζί της και από το αυγό που γέννησε η Λήδα βγήκαν οι Διόσκουροι, Πολυδεύκης και Κάστωρ. Επίσης το θεωρούσαν αφροδισιακή τροφή και το ασπράδι αναφέρεται ως «το γάλα του πουλιού»(δειπν. Β)
Οι Ρωμαίοι έβαζαν στους τάφους αυγά. Τα αυγά άρχισαν να τα βάφουν κόκκινα ως χρώμα της χαράς, αλλά και συμβολισμού του αίματος του Ιησού. Κατά τον Κουκουλέ το σωστό το είπε ο Κοραής, ότι δηλαδή το κόκκινο συμβολίζει το αίμα του αρνίου με το οποίο έβαψαν τους παραστάτες και τα ανώφλια οι Εβραίοι την νύχτα πριν την έξοδο τους από την Αίγυπτο.
Το ότι στο Βυζάντιο οι κουλούρες του Πάσχα έφεραν αυγά το βρίσκουμε σε σύγγραμμα του ιεράρχη του ΙΒ’ αιώνα Θεόδωρου Βαλσαμών, ο οποίος κατά την ημέραν της Αναστάσεως είδε εις το χωρίον Καλοτυχάδα του θέματος Χερσονήσου ( μία από της 29 Βυζαντινές επαρχίες), άνδρας και γυναίκας να προσέρχονται, μετά την θείαν λειτουργία, εις τον ιερέα και να του φέρνουν διάφορα τρόφιμα για να τους κοινωνήσει… «Και ορνίθια ωά εν ζύμη άρτου συνηνωμένα»
Το να πληρώνονται οι ιερείς για την τέλεση των μυστηρίων απαγορεύτηκε στην Πενθέκτη εν Τρούλλω οικουμενική σύνοδο, επί Ιουστινιανού.
Φτάνουμε στο τέλος του (πολύ πολύ περιληπτικού) ταξιδιού μας
Σήμερα εκτός από την κουλούρα της Λαμπρής φτιάχνουν σε όλη την Ελλάδα και το «τσουρέκι», την γνωστή μας κοτσίδα πλεγμένη με 3 -6 τρέσες.
Μερικοί λένε ότι στην Ελλάδα το να ζυμώνουμε το τσουρέκι με αυγά και γάλα είναι κατάλοιπο από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Τι γινόταν όμως εκείνη την περίοδο στον κόσμο;
Το 1492 μ.Χ, από την Ιβηρική χερσόνησο (επί Ισαβέλλας και Φερδινάνδου), ήρθαν, στην Β. Ελλάδα κυρίως, οι λεγόμενοι Σεφαραδίτες Εβραίοι. Είχαν έθιμο την ημέρα του Σαββάτου να φτιάχνουν το Χαλά (Hallah), (σύμβολο του «μάνα», πλεγμένο όπως το τσουρέκι σε πλεξούδα, που συμβόλιζε για μερικούς το πλέξιμο των μαλλιών των γυναικών από την εποχή της Εύας).
Έχετε πάει στην Ελβετία ή στην Γαλλία; Στην Ελβετία θα δείτε την πλεξούδα αυτή, όπως και εδώ όλο τον χρόνο. Βιβλία παλαιά γαστρονομίας αναφέρουν ότι το είδος αυτό με λευκό αλεύρι, γάλα, αυγά και ζάχαρη έγινε γνωστό στην Ελβετία στα μέσα του 15ου αιώνα. Το σχέδιο της κοτσίδας το αιτιολογούν από ένα πολύ παλιό τους έθιμο. Όταν πέθαινε ο σύζυγος, η χήρα του έκοβε την κοτσίδα της και την έθαβε μαζί του. Το «τσουρέκι», ας το πούμε κι έτσι, το ονομάζουν butterzopf ή tresse au beurre ή treccia al burro – κοτσίδα βουτύρου-.
Το τσουρέκι στην Ελλάδα, πριν το μαχλέπι (από κουκούτσι αγριοκέρασου) το αρωμάτιζαν με ξύσμα λεμονιού ή πορτοκαλιού, και μαστίχας, όπως και τα σμυρναίικα κουλουράκια.
Το σημερινό τσουρέκι που το λέμε «πολίτικο», σίγουρα δεν είχε την σημερινή του μορφή, γιατί οι βασικές ύλες διαφέρουν, οι τρόποι ψησίματος αλλά και οι διογκωτικές ύλες, αφού η μαγιά ανακαλύφτηκε τον 19ο αιώνα από τον Παστέρ, και η πρωτόγονη από τους Αιγυπτίους, από εκείνους πέρασε στην αρχαία Ελλάδα και την Ρώμη. Για αυτά θα μιλήσουμε μια άλλη φορά.
Είδαμε στο σύντομο ταξίδι μας ότι μολονότι η λέξη «τσουρέκι» προέρχεται από την τουρκική corek (η οποία όμως αναφέρεται σε κάθε είδους αρτοπαρασκεύασμα που έχει μαγιά, όπως και το άρωμά από το μαχλέπι, αγαπητό στην Μ. Ασία) μάλλον δεν «ξεκινήσαμε» να φτιάχνουμε τσουρέκι επί τουρκοκρατίας, γιατί παρόμοιοι άρτοι προϋπήρχαν στους αρχαίους ιστορικούς λαούς.
Τώρα απολαύστε το πρωινό σας με μια φέτα μυρωδάτο τσουρέκι, ή όπως θέλετε πέστε το, σκέτο με τον καφέ ή αλειμμένο με μυρωδάτο βούτυρο και μέλι και… του χρόνου με υγεία!
Υ.Γ. Αν σας ενδιαφέρει το θέμα, κάντε και σεις την έρευνά σας. Είναι ένα όμορφο ταξίδι. Θα χαρώ να μάθω νέα σας.